Μαλούχος Γεώργιος Π.
Εχουν περάσει περίπου τρεις μήνες από την ημέρα που, μετά την κορύφωση της αμφισβήτησης της Συνθήκης της Λωζάννης καθώς και την αναφορά από πλευράς Ερντογάν στη Συνθήκη των Σεβρών σε συνδυασμό
δε με την υπόθεση των οκτώ στρατιωτικών, η παρούσα στήλη υποστήριζε ότι η επιθετικότητα της Αγκυρας στο Αιγαίο κάθε άλλο παρά «θεατρική» είναι, αλλά, αντίθετα, η Ελλάδα πρέπει να θεωρεί πλέον περίπου δεδομένη μια εναντίον της στρατιωτική κίνηση της Τουρκίας, στο άρθρο με τίτλο «Οι Τούρκοι θα χτυπήσουν», στις 02.12.16.
Δυστυχώς, στο διάστημα που μεσολάβησε, η Τουρκία έκανε συνεχώς βήματα – και μάλιστα μεγάλα -που την έφεραν ακόμα πιο κοντά σε αυτή την κατεύθυνση, με κορύφωση τα γεγονότα των τελευταίων ημερών γύρω από τα Υμια και όχι μόνον. Οι κινήσεις της Αγκυρας έκτοτε, καθιστούν πλέον περίπου βεβαιότητα την επόμενη φάση των εξελίξεων.
Οποιοσδήποτε σχεδιασμός της ελληνικής αμυντικής και εξωτερικής πολιτικής πρέπει πλέον να κινείται πρακτικά πάνω στη βεβαιότητα ότι η Τουρκία θα επιχειρήσει να προκαλέσει στρατιωτικά τετελεσμένα εις βάρος της Ελλάδας. Από εδώ και πέρα, οποιαδήποτε άλλη βάση ανάλυσης και συμπεριφοράς, θα συνιστούσε τραγικά επικίνδυνη αυταπάτη.
Περίπου κάθε μέρα που πέρασε από τότε μέχρι τώρα, η Αγκυρα κάνει κι ένα ακόμα βήμα. Η Τουρκία το «φωνάζει» πια τόσο δυνατά ότι σύντομα θα προχωρήσει σε πραγματικές επιθετικές ενέργειες, που η Ελλαδα δεν έχει την πολυτέλεια να κάνει ότι δεν το ακούει.
Η Ελλάδα οφείλει να προετοιμάζεται για την εκδήλωση τέτοιων ενεργειών και στρατιωτικά και διπλωματικά, χωρίς τις γνωστές αυταπάτες που πολύ συχνά κυριαρχούν στην Αθήνα, καθώς, δυστυχώς, η επιλογή του να «λογικευθεί» η Τουρκία, είναι προφανές ότι δεν υπάρχει – και πάντως σίγουρα κάτι τέτοιο δεν είναι στο χέρι μας, ούτε μπορούμε να υπολογίζουμε σε αυτό. Μακάρι να μπορούσε να συμβεί, αλλά τίποτα πια δεν συνηγορεί προς αυτή την κατεύθυνση. Η Ελλάδα οφείλει να είναι πλέον έτοιμη και αποφασισμένη.
Επειδή τα δεδομένα όχι απλώς δεν έχουν μεταβληθεί αλλά, αντιθέτως, έχουν επιταθεί, εκείνο το κείμενο παρατίθεται εκ νέου αυτούσιο στη συνέχεια. Μετά από τόσο καιρό σταθερής κλιμάκωσης, ουδείς έχει την πολυτέλεια να λέει ότι δεν γνώριζε ή δεν κατάλαβε που οδηγούνται τα πράγματα:
«Αν μέχρι χθες, παρά το μπαράζ δηλώσεων Ερντογάν για τη Συνθήκη της Λωζάννης αλλά και την έντονη κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας στο Αιγαίο σε επίπεδο παραβιάσεων, υπήρχαν κάποιοι που πίστευαν ότι ο Τούρκος πρόεδρος μιλάει για το εσωτερικό του ακροατήριο ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο πλην του ότι απλώς προαναγγέλλει σύγκρουση με την Ελλάδα, σήμερα, δεν πρέπει να υπάρχει πια κανείς που να διατηρεί ακόμη αμφιβολίες για το τι πρόκειται να γίνει: μετά και τις χθεσινές δηλώσεις Τσαβούσογλου σύμφωνα με τις οποίες τα Υμια είναι τουρκικό έδαφος, η Ελλάδα οφείλει να θεωρεί πλέον δεδομένο ότι οι Τούρκοι ετοιμάζονται να χτυπήσουν. Και, πιθανότατα, θα το κάνουν γρήγορα.
Οι διαρκείς προαναγγελίες που κλιμακώνονται σταθερά, έχουν ως στόχο να «μετρήσουν» δύο πράγματα: πρώτον, την αντίδραση των μεγάλων δυνάμεων. Τέτοια δεν υπήρξε μέχρι
χθες. Και, δεύτερον, την αντίδραση της Ελλάδας: εκεί, δυστυχώς, η Τουρκία έχει, εμπειρικά τουλάχιστον, κάθε λόγο να νιώθει ότι αυτή δεν θα είναι επαρκής να την σταματήσει.
Ο χρόνος στον οποίο συμβαίνουν όλα αυτά, έχει πολύ μεγάλη σημασία: οι ΗΠΑ βρίσκονται (όπως και το 1974) σε στιγμή μετάβασης της εξουσίας, γεγονός που η Τουρκία το αντιλαμβάνεται, ίσως ορθά, ως «παράθυρο ευκαιρίας» για να προκαλέσει τετελεσμένα.
Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα είδος ημιδιάλυσης, έχει μπροστά της τον εφιάλτη της νέας αξιολόγησης και υφίσταται, σε αμυντικό επίπεδο, ήδη τις συνέπιες της μακράς περιόδου της κρίσης.
Από την άλλη πλευρά, η Ευρώπη είναι από αμήχανη έως αδιάφορη για το θέμα – και η Τουρκία το βλέπει αυτό καθαρά, ενώ φοβάται και την Αγκυρα ως προς το μεταναστευτικό.
Με άλλα λόγια, αν η Τουρκία αποφάσιζε να προχωρήσει σε στρατιωτικές ενέργειες αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας, θα το έκανε τώρα. Και, όπως όλα πλέον δείχνουν, είναι εξαιρετικά πιθανό να το κάνει.
Η Ελλάδα δεν διαθέτει πια την πολυτέλεια της αυταπάτης.
Δεν μπορεί, με όλα αυτά τα δεδομένα, να συνεχίσει να με την ψευδαίσθηση ότι είτε η Τουρκία θα ξεχάσει όλα αυτά που λέει, είτε ότι η Ευρώπη θα σπεύσει να τη σταματήσει.
Η Ελλάδα οφείλει να κινηθεί λαμβάνοντας πολύ σοβαρά υπόψη της της απειλές και, συνεπώς, να είναι, ανά πάσα στιγμή, έτοιμη για πόλεμο με ότι αυτό σημαίνει: ενωμένη, συνειδητοποιημένη, στρατιωτικά προετοιμασμένη, απόλυτα αποφασισμένη να χτυπήσει και αυτή.
Και μπορεί να το κάνει. Αν η χώρα είναι αποφασισμένη, μπορεί να υπερασπιστεί, παρά τις τεράστιες δυσκολίες, αποτελεσματικά τον εαυτό της.
Όπως πρέπει.»
tovima.gr
Εχουν περάσει περίπου τρεις μήνες από την ημέρα που, μετά την κορύφωση της αμφισβήτησης της Συνθήκης της Λωζάννης καθώς και την αναφορά από πλευράς Ερντογάν στη Συνθήκη των Σεβρών σε συνδυασμό
δε με την υπόθεση των οκτώ στρατιωτικών, η παρούσα στήλη υποστήριζε ότι η επιθετικότητα της Αγκυρας στο Αιγαίο κάθε άλλο παρά «θεατρική» είναι, αλλά, αντίθετα, η Ελλάδα πρέπει να θεωρεί πλέον περίπου δεδομένη μια εναντίον της στρατιωτική κίνηση της Τουρκίας, στο άρθρο με τίτλο «Οι Τούρκοι θα χτυπήσουν», στις 02.12.16.
Δυστυχώς, στο διάστημα που μεσολάβησε, η Τουρκία έκανε συνεχώς βήματα – και μάλιστα μεγάλα -που την έφεραν ακόμα πιο κοντά σε αυτή την κατεύθυνση, με κορύφωση τα γεγονότα των τελευταίων ημερών γύρω από τα Υμια και όχι μόνον. Οι κινήσεις της Αγκυρας έκτοτε, καθιστούν πλέον περίπου βεβαιότητα την επόμενη φάση των εξελίξεων.
Οποιοσδήποτε σχεδιασμός της ελληνικής αμυντικής και εξωτερικής πολιτικής πρέπει πλέον να κινείται πρακτικά πάνω στη βεβαιότητα ότι η Τουρκία θα επιχειρήσει να προκαλέσει στρατιωτικά τετελεσμένα εις βάρος της Ελλάδας. Από εδώ και πέρα, οποιαδήποτε άλλη βάση ανάλυσης και συμπεριφοράς, θα συνιστούσε τραγικά επικίνδυνη αυταπάτη.
Περίπου κάθε μέρα που πέρασε από τότε μέχρι τώρα, η Αγκυρα κάνει κι ένα ακόμα βήμα. Η Τουρκία το «φωνάζει» πια τόσο δυνατά ότι σύντομα θα προχωρήσει σε πραγματικές επιθετικές ενέργειες, που η Ελλαδα δεν έχει την πολυτέλεια να κάνει ότι δεν το ακούει.
Η Ελλάδα οφείλει να προετοιμάζεται για την εκδήλωση τέτοιων ενεργειών και στρατιωτικά και διπλωματικά, χωρίς τις γνωστές αυταπάτες που πολύ συχνά κυριαρχούν στην Αθήνα, καθώς, δυστυχώς, η επιλογή του να «λογικευθεί» η Τουρκία, είναι προφανές ότι δεν υπάρχει – και πάντως σίγουρα κάτι τέτοιο δεν είναι στο χέρι μας, ούτε μπορούμε να υπολογίζουμε σε αυτό. Μακάρι να μπορούσε να συμβεί, αλλά τίποτα πια δεν συνηγορεί προς αυτή την κατεύθυνση. Η Ελλάδα οφείλει να είναι πλέον έτοιμη και αποφασισμένη.
Επειδή τα δεδομένα όχι απλώς δεν έχουν μεταβληθεί αλλά, αντιθέτως, έχουν επιταθεί, εκείνο το κείμενο παρατίθεται εκ νέου αυτούσιο στη συνέχεια. Μετά από τόσο καιρό σταθερής κλιμάκωσης, ουδείς έχει την πολυτέλεια να λέει ότι δεν γνώριζε ή δεν κατάλαβε που οδηγούνται τα πράγματα:
«Αν μέχρι χθες, παρά το μπαράζ δηλώσεων Ερντογάν για τη Συνθήκη της Λωζάννης αλλά και την έντονη κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας στο Αιγαίο σε επίπεδο παραβιάσεων, υπήρχαν κάποιοι που πίστευαν ότι ο Τούρκος πρόεδρος μιλάει για το εσωτερικό του ακροατήριο ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο πλην του ότι απλώς προαναγγέλλει σύγκρουση με την Ελλάδα, σήμερα, δεν πρέπει να υπάρχει πια κανείς που να διατηρεί ακόμη αμφιβολίες για το τι πρόκειται να γίνει: μετά και τις χθεσινές δηλώσεις Τσαβούσογλου σύμφωνα με τις οποίες τα Υμια είναι τουρκικό έδαφος, η Ελλάδα οφείλει να θεωρεί πλέον δεδομένο ότι οι Τούρκοι ετοιμάζονται να χτυπήσουν. Και, πιθανότατα, θα το κάνουν γρήγορα.
Οι διαρκείς προαναγγελίες που κλιμακώνονται σταθερά, έχουν ως στόχο να «μετρήσουν» δύο πράγματα: πρώτον, την αντίδραση των μεγάλων δυνάμεων. Τέτοια δεν υπήρξε μέχρι
χθες. Και, δεύτερον, την αντίδραση της Ελλάδας: εκεί, δυστυχώς, η Τουρκία έχει, εμπειρικά τουλάχιστον, κάθε λόγο να νιώθει ότι αυτή δεν θα είναι επαρκής να την σταματήσει.
Ο χρόνος στον οποίο συμβαίνουν όλα αυτά, έχει πολύ μεγάλη σημασία: οι ΗΠΑ βρίσκονται (όπως και το 1974) σε στιγμή μετάβασης της εξουσίας, γεγονός που η Τουρκία το αντιλαμβάνεται, ίσως ορθά, ως «παράθυρο ευκαιρίας» για να προκαλέσει τετελεσμένα.
Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα είδος ημιδιάλυσης, έχει μπροστά της τον εφιάλτη της νέας αξιολόγησης και υφίσταται, σε αμυντικό επίπεδο, ήδη τις συνέπιες της μακράς περιόδου της κρίσης.
Από την άλλη πλευρά, η Ευρώπη είναι από αμήχανη έως αδιάφορη για το θέμα – και η Τουρκία το βλέπει αυτό καθαρά, ενώ φοβάται και την Αγκυρα ως προς το μεταναστευτικό.
Με άλλα λόγια, αν η Τουρκία αποφάσιζε να προχωρήσει σε στρατιωτικές ενέργειες αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας, θα το έκανε τώρα. Και, όπως όλα πλέον δείχνουν, είναι εξαιρετικά πιθανό να το κάνει.
Η Ελλάδα δεν διαθέτει πια την πολυτέλεια της αυταπάτης.
Δεν μπορεί, με όλα αυτά τα δεδομένα, να συνεχίσει να με την ψευδαίσθηση ότι είτε η Τουρκία θα ξεχάσει όλα αυτά που λέει, είτε ότι η Ευρώπη θα σπεύσει να τη σταματήσει.
Η Ελλάδα οφείλει να κινηθεί λαμβάνοντας πολύ σοβαρά υπόψη της της απειλές και, συνεπώς, να είναι, ανά πάσα στιγμή, έτοιμη για πόλεμο με ότι αυτό σημαίνει: ενωμένη, συνειδητοποιημένη, στρατιωτικά προετοιμασμένη, απόλυτα αποφασισμένη να χτυπήσει και αυτή.
Και μπορεί να το κάνει. Αν η χώρα είναι αποφασισμένη, μπορεί να υπερασπιστεί, παρά τις τεράστιες δυσκολίες, αποτελεσματικά τον εαυτό της.
Όπως πρέπει.»
tovima.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Προσβλητικά και υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.