Το κείμενο
που ακολουθεί μνημονεύει μια από τις διάφορες παραδόσεις αναφορικά με
τις τύχες του Πιλάτου και των Αρχιερέων Άννα και Καϊάφα, μετά την άδικη
θανάτωση του Χριστού.
Προέρχεται από χειρόγραφο της Ιεράς Μονής Ιβήρων, αντίγραφο του οποίου απόκειται στο Κελλί του Αγίου Γοβδελά του Πέρσου της αυτής Μονής, το οποίο αντέγραψε και εξέδωσε δίς ο Αγιορείτης (+) Ιερομόναχος Αβέρκιος το 1895 και 1896 στην Βάρνα.
Μετά την Ανάληψη του Κυρίου, ο ηγεμών της Ιουδαίας Πόντιος Πιλάτος, έγραψε αναφορά κατά καθήκον στον Αυτοκράτορα της Ρώμης Τιβέριο, αναφορικά με τα γεγονότα που συνέβησαν με τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Ο Τιβέριος, που είχε πληροφορηθεί τα πάμπολλα θαύματα του Κυρίου, την εκ νεκρών Ανάστασή του, και ότι πολλοί πίστευαν ότι είναι ο Θεός, ανέφερε τα σχετικά στην Ρωμαϊκή Σύγκλητο, και φοβέρισε με θάνατο τους κατηγόρους των χριστιανών. Η απάντηση του Τιβέριου στον Πιλάτο, ήλθε με επιστολή επικριτική για την άδικη απόφασή του να καταδικάσει τον Χριστό, αλλά και την αποστολή του Επιτρόπου του Ραχαάβ μαζί με 2000 άνδρες, προκειμένου να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν στη Ρώμη, ομού μετά των Αρχιερέων Καϊάφα και Άννα. Η αποστολή εκ της Ρώμης συνέλαβε τον Πιλάτο και τους Αρχιερείς, τους οποίους έδεσε με αλυσίδες. Σιδηροδέσμιοι απέπλευσαν για την Ρώμη. Στην Κρήτη απέθανε ο Καϊάφας. Σταμάτησε το πλοίο και έθαψαν το παμμίαρο σώμα του Αρχιερέα, το οποίο εκβράστηκε εκ του τάφου, αφού δεν τον δέχονταν ούτε η γη. Επτά φορές τον έθαψαν, αλλά «η γης τον ανεξέρνα (απέβαλε) άλυωστο και μαύρο σαν τον Κάη, για το μεγάλο κακό πώκαμε, που καταδίκασε το Χριστό». Μαζεύτηκε τότε μέγα πλήθος και με κατάρες τον έθαψε κάτω από ένα τεράστιο σωρό πέτρες. Αυτό ήταν του Καγιάφα το μνήμα σε ένα χωριό κοντά στο Ηράκλειο. Σωζόταν μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα. Η παράδοση αυτή είναι πολύ παλιά και την αναφέρουν αρκετοί περιηγητές (δεν επιβεβαιώνετε όμως ιστορικά). Το πλοίο συνέχισε τη πορεία του και έφθασε στην Ρώμη. Ο Τιβέριος δεν θέλησε να τους εξετάσει. Έδωσε προσταγή και ο μεν Αρχιερέας Άννας τυλίχτηκε γυμνός με δέρμα βοδιού και αφέθηκε στον ήλιο μέσα στο καλοκαίρι. Από τη ζέστη, ξηράθηκε και έσφιξε το δέρμα το σώμα του με αποτέλεσμα να σκάσει και να εξέλθουν τα ενδότερα της κοιλίας του έξω και ούτως να γνωρίσει οικτρό θάνατο. Για τον Πιλάτο διέταξε και τον έκλεισαν σε έναν πύργο αλυσοδεμένο, με σκοπό να τον φονεύσει ο ίδιος. Κάποια ημέρα είχε βγει για κυνήγι ο Τιβέριος, κοντά στον πύργο που κρατούνταν αιχμάλωτος ο Πιλάτος. Ο τελευταίος το πληροφορήθηκε από τη φρουρά και έσπευσε σε μια οπή του τοίχου για να δει τον Καίσαρα. Τότε ένα ζαρκάδι πλησίασε το τοίχος του πύργου, περίπου στο ύψος της οπής από όπου παρακολουθούσε ο Πιλάτος. Ο Καίσαρας Τιβέριος φοβούμενος ότι θα χάσει το θήραμα σημάδεψε ταχέως με το τόξο του και το βέλος εισήλθε δια της οπής του τοίχους του πύργου, και διαπέρασε τα μάτια του Πιλάτου, αφήνοντάς τον νεκρό.
Σύμφωνα με τον Ευσέβιο Καισαρείας (Εκκλησιαστική Ιστορία, τομ. Β΄, VII), o Πιλάτος εξορίστηκε στη Βιέννη της Γαλλίας, όπου και αυτοκτόνησε. Κατ΄ άλλη παράδοση ρίφθηκε στον Τίβερη ποταμό, το δε πτώμα του προκάλεσε πλημμύρες και καταστροφές. Μια ακόμη δέχεται ότι γκρεμίστηκε από όρος που φέρει και σήμερα το όνομά του στην λίμνη Λουκέρνη της Ελβετίας. Ενώ άλλη ότι αποκεφαλίστηκε στα χρόνια του Τιβέριου. Ο Μητροπολίτης Αθηνών Μελέτιος, στην Εκκλησιαστική του Ιστορία αναφέρει τα εξής : Μετά την Ανάληψη του Κυρίου, ο ηγεμών της Ιουδαίας Πόντιος Πιλάτος, έγραψε αναφορά κατά καθήκον στον Αυτοκράτορα της Ρώμης Τιβέριο, αναφορικά με τα γεγονότα που συνέβησαν με τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Ο Τιβέριος, που είχε πληροφορηθεί τα πάμπολλα θαύματα του Κυρίου, την εκ νεκρών Ανάστασή του, και ότι πολλοί πίστευαν ότι είναι Θεός, ανέφερε τα σχετικά στην Ρωμαϊκή Σύγκλητο, και φοβέρισε με θάνατο τους κατηγόρους των χριστιανών. Μετά την εκλογή των επτά διακόνων, επισυνέβη διωγμός στην Εκκλησία των Ιεροσολύμων. Τότε, η Μαρία η Μαγδαληνή, μαζί με τη Μάρθα, τον Λάζαρο και τον Ιωσήφ από Αριμαθαίας, επισκέφθηκαν τον Τιβέριο στη Ρώμη (κατά τον Βαρώνιο στη Μασσαλία της Γαλλίας), στον οποίον διηγήθηκε τα συμβάντα με τις παρανομίες που διέπραξαν οι Εβραίοι στον Χριστό και διαμαρτυρήθηκε για την άδικη θανάτωσή του. Ο Τιβέριος εξοργίστηκε και διέταξε να φονευθούν οι Αρχιερείς (Καϊάφας –Άννας) και ο Πιλάτος. Μόλις δε ανέλαβε ο Βιτέλλιος την ηγεμονία της περιοχής της Συρίας, αντικατέστησε τον Πιλάτο με τον Μάρκελλο, και τον έστειλε στη Ρώμη, προκειμένου να απολογηθεί στον Τιβέριο. Έκαμε δύο έτη να φτάσει στη Ρώμη, και εν τω μεταξύ είχε αποθάνει ο Τιβέριος, ο δε νέος βασιλεύς Γάϊος Καλιγούλας, τον εξόρισε στην Βιέννη, όπου υπέστη μεγάλες συμφορές και απελπισμένος, αυτοκτόνησε. Ο Βιτέλλιος υποστηρίζει ότι την ίδια τύχη είχε και ο Καϊάφας, ο οποίος αυτοκτόνησε. Το ίδιο δέχεται και ο Κλήμης Ρώμης. Ο δε πεθερός του Καϊάφα, Άννας, είχε κι αυτός– Θεία δίκη – κακό θάνατο. (σσ. ΜΕΛΕΤΙΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΑΘΗΝΩΝ, ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, ΤΟΜΟΣ 1, εν Βιέννη της Αούστριας 1794, σσ. 119-126). Αξίζει να αναφέρουμε κλείνοντας το σημείωμα, ότι η σύζυγος του Πιλάτου, Πρόκλα, μετά τον φοβερό του θάνατο, μετανόησε, βαπτίστηκε χριστιανή, έζησε με πίστη και ευσέβεια και τελειώθηκε ειρηνικά. Η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη της στις 27 του Οκτωβρίου.
ΠΗΓΗ : Αβερκίου Ιερομονάχου Αγιορείτου, Ιστορία ακριβής περί των κατά την Σταύρωσιν και Ανάστασιν του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού τελεσθέντων, Συγγραφείσα το πρώτον υπό Ιουδαίου τινός Αινέα, συγχρόνου του Σωτήρος Μεταφρασθείσα δε εις την Λατινίδα γλώσσαν υπό Νικοδήμου τοπάρχου του εκ Ρώμης, Σώζεται εν τινι χειρογράφω εν τω Αγίω Όρει, Εν Βάρνη 1896, σσ. 60-63.
http://tribonio.blogspot.gr/2014/04/blog-post_7657.html
Προέρχεται από χειρόγραφο της Ιεράς Μονής Ιβήρων, αντίγραφο του οποίου απόκειται στο Κελλί του Αγίου Γοβδελά του Πέρσου της αυτής Μονής, το οποίο αντέγραψε και εξέδωσε δίς ο Αγιορείτης (+) Ιερομόναχος Αβέρκιος το 1895 και 1896 στην Βάρνα.
Μετά την Ανάληψη του Κυρίου, ο ηγεμών της Ιουδαίας Πόντιος Πιλάτος, έγραψε αναφορά κατά καθήκον στον Αυτοκράτορα της Ρώμης Τιβέριο, αναφορικά με τα γεγονότα που συνέβησαν με τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Ο Τιβέριος, που είχε πληροφορηθεί τα πάμπολλα θαύματα του Κυρίου, την εκ νεκρών Ανάστασή του, και ότι πολλοί πίστευαν ότι είναι ο Θεός, ανέφερε τα σχετικά στην Ρωμαϊκή Σύγκλητο, και φοβέρισε με θάνατο τους κατηγόρους των χριστιανών. Η απάντηση του Τιβέριου στον Πιλάτο, ήλθε με επιστολή επικριτική για την άδικη απόφασή του να καταδικάσει τον Χριστό, αλλά και την αποστολή του Επιτρόπου του Ραχαάβ μαζί με 2000 άνδρες, προκειμένου να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν στη Ρώμη, ομού μετά των Αρχιερέων Καϊάφα και Άννα. Η αποστολή εκ της Ρώμης συνέλαβε τον Πιλάτο και τους Αρχιερείς, τους οποίους έδεσε με αλυσίδες. Σιδηροδέσμιοι απέπλευσαν για την Ρώμη. Στην Κρήτη απέθανε ο Καϊάφας. Σταμάτησε το πλοίο και έθαψαν το παμμίαρο σώμα του Αρχιερέα, το οποίο εκβράστηκε εκ του τάφου, αφού δεν τον δέχονταν ούτε η γη. Επτά φορές τον έθαψαν, αλλά «η γης τον ανεξέρνα (απέβαλε) άλυωστο και μαύρο σαν τον Κάη, για το μεγάλο κακό πώκαμε, που καταδίκασε το Χριστό». Μαζεύτηκε τότε μέγα πλήθος και με κατάρες τον έθαψε κάτω από ένα τεράστιο σωρό πέτρες. Αυτό ήταν του Καγιάφα το μνήμα σε ένα χωριό κοντά στο Ηράκλειο. Σωζόταν μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα. Η παράδοση αυτή είναι πολύ παλιά και την αναφέρουν αρκετοί περιηγητές (δεν επιβεβαιώνετε όμως ιστορικά). Το πλοίο συνέχισε τη πορεία του και έφθασε στην Ρώμη. Ο Τιβέριος δεν θέλησε να τους εξετάσει. Έδωσε προσταγή και ο μεν Αρχιερέας Άννας τυλίχτηκε γυμνός με δέρμα βοδιού και αφέθηκε στον ήλιο μέσα στο καλοκαίρι. Από τη ζέστη, ξηράθηκε και έσφιξε το δέρμα το σώμα του με αποτέλεσμα να σκάσει και να εξέλθουν τα ενδότερα της κοιλίας του έξω και ούτως να γνωρίσει οικτρό θάνατο. Για τον Πιλάτο διέταξε και τον έκλεισαν σε έναν πύργο αλυσοδεμένο, με σκοπό να τον φονεύσει ο ίδιος. Κάποια ημέρα είχε βγει για κυνήγι ο Τιβέριος, κοντά στον πύργο που κρατούνταν αιχμάλωτος ο Πιλάτος. Ο τελευταίος το πληροφορήθηκε από τη φρουρά και έσπευσε σε μια οπή του τοίχου για να δει τον Καίσαρα. Τότε ένα ζαρκάδι πλησίασε το τοίχος του πύργου, περίπου στο ύψος της οπής από όπου παρακολουθούσε ο Πιλάτος. Ο Καίσαρας Τιβέριος φοβούμενος ότι θα χάσει το θήραμα σημάδεψε ταχέως με το τόξο του και το βέλος εισήλθε δια της οπής του τοίχους του πύργου, και διαπέρασε τα μάτια του Πιλάτου, αφήνοντάς τον νεκρό.
Σύμφωνα με τον Ευσέβιο Καισαρείας (Εκκλησιαστική Ιστορία, τομ. Β΄, VII), o Πιλάτος εξορίστηκε στη Βιέννη της Γαλλίας, όπου και αυτοκτόνησε. Κατ΄ άλλη παράδοση ρίφθηκε στον Τίβερη ποταμό, το δε πτώμα του προκάλεσε πλημμύρες και καταστροφές. Μια ακόμη δέχεται ότι γκρεμίστηκε από όρος που φέρει και σήμερα το όνομά του στην λίμνη Λουκέρνη της Ελβετίας. Ενώ άλλη ότι αποκεφαλίστηκε στα χρόνια του Τιβέριου. Ο Μητροπολίτης Αθηνών Μελέτιος, στην Εκκλησιαστική του Ιστορία αναφέρει τα εξής : Μετά την Ανάληψη του Κυρίου, ο ηγεμών της Ιουδαίας Πόντιος Πιλάτος, έγραψε αναφορά κατά καθήκον στον Αυτοκράτορα της Ρώμης Τιβέριο, αναφορικά με τα γεγονότα που συνέβησαν με τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Ο Τιβέριος, που είχε πληροφορηθεί τα πάμπολλα θαύματα του Κυρίου, την εκ νεκρών Ανάστασή του, και ότι πολλοί πίστευαν ότι είναι Θεός, ανέφερε τα σχετικά στην Ρωμαϊκή Σύγκλητο, και φοβέρισε με θάνατο τους κατηγόρους των χριστιανών. Μετά την εκλογή των επτά διακόνων, επισυνέβη διωγμός στην Εκκλησία των Ιεροσολύμων. Τότε, η Μαρία η Μαγδαληνή, μαζί με τη Μάρθα, τον Λάζαρο και τον Ιωσήφ από Αριμαθαίας, επισκέφθηκαν τον Τιβέριο στη Ρώμη (κατά τον Βαρώνιο στη Μασσαλία της Γαλλίας), στον οποίον διηγήθηκε τα συμβάντα με τις παρανομίες που διέπραξαν οι Εβραίοι στον Χριστό και διαμαρτυρήθηκε για την άδικη θανάτωσή του. Ο Τιβέριος εξοργίστηκε και διέταξε να φονευθούν οι Αρχιερείς (Καϊάφας –Άννας) και ο Πιλάτος. Μόλις δε ανέλαβε ο Βιτέλλιος την ηγεμονία της περιοχής της Συρίας, αντικατέστησε τον Πιλάτο με τον Μάρκελλο, και τον έστειλε στη Ρώμη, προκειμένου να απολογηθεί στον Τιβέριο. Έκαμε δύο έτη να φτάσει στη Ρώμη, και εν τω μεταξύ είχε αποθάνει ο Τιβέριος, ο δε νέος βασιλεύς Γάϊος Καλιγούλας, τον εξόρισε στην Βιέννη, όπου υπέστη μεγάλες συμφορές και απελπισμένος, αυτοκτόνησε. Ο Βιτέλλιος υποστηρίζει ότι την ίδια τύχη είχε και ο Καϊάφας, ο οποίος αυτοκτόνησε. Το ίδιο δέχεται και ο Κλήμης Ρώμης. Ο δε πεθερός του Καϊάφα, Άννας, είχε κι αυτός– Θεία δίκη – κακό θάνατο. (σσ. ΜΕΛΕΤΙΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΑΘΗΝΩΝ, ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, ΤΟΜΟΣ 1, εν Βιέννη της Αούστριας 1794, σσ. 119-126). Αξίζει να αναφέρουμε κλείνοντας το σημείωμα, ότι η σύζυγος του Πιλάτου, Πρόκλα, μετά τον φοβερό του θάνατο, μετανόησε, βαπτίστηκε χριστιανή, έζησε με πίστη και ευσέβεια και τελειώθηκε ειρηνικά. Η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη της στις 27 του Οκτωβρίου.
ΠΗΓΗ : Αβερκίου Ιερομονάχου Αγιορείτου, Ιστορία ακριβής περί των κατά την Σταύρωσιν και Ανάστασιν του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού τελεσθέντων, Συγγραφείσα το πρώτον υπό Ιουδαίου τινός Αινέα, συγχρόνου του Σωτήρος Μεταφρασθείσα δε εις την Λατινίδα γλώσσαν υπό Νικοδήμου τοπάρχου του εκ Ρώμης, Σώζεται εν τινι χειρογράφω εν τω Αγίω Όρει, Εν Βάρνη 1896, σσ. 60-63.
http://tribonio.blogspot.gr/2014/04/blog-post_7657.html
http://yiorgosthalassis.blogspot.com
Διαβάστε κι εδώ:
6 φιλοῦσι δὲ τὴν πρωτοκλισίαν ἐν τοῖς δείπνοις καὶ τὰς πρωτοκαθεδρίας ἐν ταῖς συναγωγαῖς 7 καὶ τοὺς ἀσπασμοὺς ἐν ταῖς ἀγοραῖς καὶ καλεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, ῥαββὶ ῥαββί. 8 ὑμεῖς δὲ μὴ κληθῆτε ῥαββί· εἷς γάρ ὑμῶν ἐστιν ὁ διδάσκαλος, ὁ Χριστός· πάντες δὲ ὑμεῖς ἀδελφοί ἐστε. 9 καὶ πατέρα μὴ καλέσητε ὑμῶν ἐπὶ τῆς γῆς· εἷς γάρ ἐστιν ὁ πατὴρ ὑμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. 10 μηδὲ κληθῆτε καθηγηταί· εἷς γάρ ὑμῶν ἐστιν ὁ καθηγητὴς, ὁ Χριστός. 11 ὁ δὲ μείζων ὑμῶν ἔσται ὑμῶν διάκονος. 12 ὅστις δὲ ὑψώσει ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, καὶ ὅστις ταπεινώσει ἑαυτὸν ὑψωθήσεται. 13 Οὐαὶ δὲ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κατεσθίετε τὰς οἰκίας τῶν χηρῶν καὶ προφάσει μακρὰ προσευχόμενοι· διὰ τοῦτο λήψεσθε περισσότερον κρίμα. 14 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κλείετε τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων· ὑμεῖς γὰρ οὐκ εἰσέρχεσθε, οὐδὲ τοὺς εἰσερχομένους ἀφίετε εἰσελθεῖν. 15 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι περιάγετε τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηρὰν ποιῆσαι ἕνα προσήλυτον, καὶ ὅταν γένηται, ποιεῖτε αὐτὸν υἱὸν γεέννης διπλότερον ὑμῶν. 16 Οὐαὶ ὑμῖν, ὁδηγοὶ τυφλοὶ, οἱ λέγοντες· ὃς ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ ναῷ, οὐδέν ἐστιν, ὃς δ’ ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ χρυσῷ τοῦ ναοῦ ὀφείλει. 17 μωροὶ καὶ τυφλοί! τίς γὰρ μείζων ἐστίν, ὁ χρυσὸς ἢ ὁ ναὸς ὁ ἁγιάζων τὸν χρυσόν; 18 καί· ὃς ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ, οὐδέν ἐστιν, ὃς δ’ ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ δώρῳ τῷ ἐπάνω αὐτοῦ, ὀφείλει. 19 μωροὶ καὶ τυφλοί! τί γὰρ μεῖζον, τὸ δῶρον ἢ τὸ θυσιαστήριον τὸ ἁγιάζον τὸ δῶρον; 20 ὁ οὖν ὀμόσας ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ ὀμνύει ἐν αὐτῷ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ἐπάνω αὐτοῦ· 21 καὶ ὁ ὀμόσας ἐν τῷ ναῷ ὀμνύει ἐν αὐτῷ καὶ ἐν τῷ κατοικήσαντι αὐτόν· 22 καὶ ὁ ὀμόσας ἐν τῷ οὐρανῷ ὀμνύει ἐν τῷ θρόνῳ τοῦ Θεοῦ καὶ ἐν τῷ καθημένῳ ἐπάνω αὐτοῦ. 23 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι ἀποδεκατοῦτε τὸ ἡδύοσμον καὶ τὸ ἄνηθον καὶ τὸ κύμινον, καὶ ἀφήκατε τὰ βαρύτερα τοῦ νόμου, τὴν κρίσιν καὶ τὸν ἔλεον καὶ τὴν πίστιν· ταῦτα δὲ ἔδει ποιῆσαι κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι. 24 ὁδηγοὶ τυφλοί, οἱ διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες! 25 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι καθαρίζετε τὸ ἔξωθεν τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς παροψίδος, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ἐξ ἁρπαγῆς καὶ ἀδικίας. 26 Φαρισαῖε τυφλέ, καθάρισον πρῶτον τὸ ἐντὸς τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς παροψίδος, ἵνα γένηται καὶ τὸ ἐκτὸς αὐτῶν καθαρόν. 27 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις, οἵτινες ἔξωθεν μὲν φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν καὶ πάσης ἀκαθαρσίας. 28 οὕτω καὶ ὑμεῖς ἔξωθεν μὲν φαίνεσθε τοῖς ἀνθρώποις δίκαιοι, ἔσωθεν δέ μεστοὶ ἐστε ὑποκρίσεως καὶ ἀνομίας. 29 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι οἰκοδομεῖτε τοὺς τάφους τῶν προφητῶν καὶ κοσμεῖτε τὰ μνημεῖα τῶν δικαίων, 30 καὶ λέγετε· εἰ ἦμεν ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν πατέρων ἡμῶν, οὐκ ἂν ἦμεν κοινωνοὶ αὐτῶν ἐν τῷ αἵματι τῶν προφητῶν. 31 ὥστε μαρτυρεῖτε ἑαυτοῖς ὅτι υἱοί ἐστε τῶν φονευσάντων τοὺς προφήτας. 32 καὶ ὑμεῖς πληρώσατε τὸ μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν. 33 ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν! πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης; 34 διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω πρὸς ὑμᾶς προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ γραμματεῖς, καὶ ἐξ αὐτῶν ἀποκτενεῖτε καὶ σταυρώσετε, καὶ ἐξ αὐτῶν μαστιγώσετε ἐν ταῖς συναγωγαῖς ὑμῶν καὶ διώξετε ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν, 35 ὅπως ἔλθῃ ἐφ’ ὑμᾶς πᾶν αἷμα δίκαιον ἐκχυνόμενον ἐπὶ τῆς γῆς ἀπὸ τοῦ αἵματος Ἄβελ τοῦ δικαίου ἕως τοῦ αἵματος Ζαχαρίου υἱοῦ Βαραχίου, ὃν ἐφονεύσατε μεταξὺ τοῦ ναοῦ καὶ τοῦ θυσιαστηρίου. 36 ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἥξει ταῦτα πάντα ἐπὶ τὴν γενεὰν ταύτην.
37 Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν! ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ὄρνις ἐπισυνάγει τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε. 38 ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος. 39 λέγω γὰρ ὑμῖν, οὐ μή με ἴδητε ἀπ’ ἄρτι ἕως ἂν εἴπητε, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Διαβάστε κι εδώ:
Τὸ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον Κεφ. 23
1 Τότε ὁ Ἰησοῦς ἐλάλησε τοῖς ὄχλοις καὶ τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ 2 λέγων· Ἐπὶ τῆς Μωσέως καθέδρας ἐκάθισαν οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι. 3 πάντα οὖν ὅσα ἐὰν εἴπωσιν ὑμῖν τηρεῖν, τηρεῖτε καὶ ποιεῖτε, κατὰ δὲ τὰ ἔργα αὐτῶν μὴ ποιεῖτε· λέγουσι γὰρ, καὶ οὐ ποιοῦσι. 4 δεσμεύουσιν γὰρ φορτία βαρέα καὶ ἐπιτιθέασιν ἐπὶ τοὺς ὤμους τῶν ἀνθρώπων, τῷ δὲ δακτύλῳ αὐτῶν οὐ θέλουσι κινῆσαι αὐτά. 5 πάντα δὲ τὰ ἔργα αὐτῶν ποιοῦσι πρὸς τὸ θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις, πλατύνουσι γὰρ τὰ φυλακτήρια αὐτῶν καὶ μεγαλύνουσι τὰ κράσπεδα τῶν ἰματίων αὐτῶν,6 φιλοῦσι δὲ τὴν πρωτοκλισίαν ἐν τοῖς δείπνοις καὶ τὰς πρωτοκαθεδρίας ἐν ταῖς συναγωγαῖς 7 καὶ τοὺς ἀσπασμοὺς ἐν ταῖς ἀγοραῖς καὶ καλεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, ῥαββὶ ῥαββί. 8 ὑμεῖς δὲ μὴ κληθῆτε ῥαββί· εἷς γάρ ὑμῶν ἐστιν ὁ διδάσκαλος, ὁ Χριστός· πάντες δὲ ὑμεῖς ἀδελφοί ἐστε. 9 καὶ πατέρα μὴ καλέσητε ὑμῶν ἐπὶ τῆς γῆς· εἷς γάρ ἐστιν ὁ πατὴρ ὑμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. 10 μηδὲ κληθῆτε καθηγηταί· εἷς γάρ ὑμῶν ἐστιν ὁ καθηγητὴς, ὁ Χριστός. 11 ὁ δὲ μείζων ὑμῶν ἔσται ὑμῶν διάκονος. 12 ὅστις δὲ ὑψώσει ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, καὶ ὅστις ταπεινώσει ἑαυτὸν ὑψωθήσεται. 13 Οὐαὶ δὲ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κατεσθίετε τὰς οἰκίας τῶν χηρῶν καὶ προφάσει μακρὰ προσευχόμενοι· διὰ τοῦτο λήψεσθε περισσότερον κρίμα. 14 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κλείετε τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων· ὑμεῖς γὰρ οὐκ εἰσέρχεσθε, οὐδὲ τοὺς εἰσερχομένους ἀφίετε εἰσελθεῖν. 15 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι περιάγετε τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηρὰν ποιῆσαι ἕνα προσήλυτον, καὶ ὅταν γένηται, ποιεῖτε αὐτὸν υἱὸν γεέννης διπλότερον ὑμῶν. 16 Οὐαὶ ὑμῖν, ὁδηγοὶ τυφλοὶ, οἱ λέγοντες· ὃς ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ ναῷ, οὐδέν ἐστιν, ὃς δ’ ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ χρυσῷ τοῦ ναοῦ ὀφείλει. 17 μωροὶ καὶ τυφλοί! τίς γὰρ μείζων ἐστίν, ὁ χρυσὸς ἢ ὁ ναὸς ὁ ἁγιάζων τὸν χρυσόν; 18 καί· ὃς ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ, οὐδέν ἐστιν, ὃς δ’ ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ δώρῳ τῷ ἐπάνω αὐτοῦ, ὀφείλει. 19 μωροὶ καὶ τυφλοί! τί γὰρ μεῖζον, τὸ δῶρον ἢ τὸ θυσιαστήριον τὸ ἁγιάζον τὸ δῶρον; 20 ὁ οὖν ὀμόσας ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ ὀμνύει ἐν αὐτῷ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ἐπάνω αὐτοῦ· 21 καὶ ὁ ὀμόσας ἐν τῷ ναῷ ὀμνύει ἐν αὐτῷ καὶ ἐν τῷ κατοικήσαντι αὐτόν· 22 καὶ ὁ ὀμόσας ἐν τῷ οὐρανῷ ὀμνύει ἐν τῷ θρόνῳ τοῦ Θεοῦ καὶ ἐν τῷ καθημένῳ ἐπάνω αὐτοῦ. 23 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι ἀποδεκατοῦτε τὸ ἡδύοσμον καὶ τὸ ἄνηθον καὶ τὸ κύμινον, καὶ ἀφήκατε τὰ βαρύτερα τοῦ νόμου, τὴν κρίσιν καὶ τὸν ἔλεον καὶ τὴν πίστιν· ταῦτα δὲ ἔδει ποιῆσαι κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι. 24 ὁδηγοὶ τυφλοί, οἱ διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες! 25 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι καθαρίζετε τὸ ἔξωθεν τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς παροψίδος, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ἐξ ἁρπαγῆς καὶ ἀδικίας. 26 Φαρισαῖε τυφλέ, καθάρισον πρῶτον τὸ ἐντὸς τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς παροψίδος, ἵνα γένηται καὶ τὸ ἐκτὸς αὐτῶν καθαρόν. 27 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις, οἵτινες ἔξωθεν μὲν φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν καὶ πάσης ἀκαθαρσίας. 28 οὕτω καὶ ὑμεῖς ἔξωθεν μὲν φαίνεσθε τοῖς ἀνθρώποις δίκαιοι, ἔσωθεν δέ μεστοὶ ἐστε ὑποκρίσεως καὶ ἀνομίας. 29 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι οἰκοδομεῖτε τοὺς τάφους τῶν προφητῶν καὶ κοσμεῖτε τὰ μνημεῖα τῶν δικαίων, 30 καὶ λέγετε· εἰ ἦμεν ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν πατέρων ἡμῶν, οὐκ ἂν ἦμεν κοινωνοὶ αὐτῶν ἐν τῷ αἵματι τῶν προφητῶν. 31 ὥστε μαρτυρεῖτε ἑαυτοῖς ὅτι υἱοί ἐστε τῶν φονευσάντων τοὺς προφήτας. 32 καὶ ὑμεῖς πληρώσατε τὸ μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν. 33 ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν! πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης; 34 διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω πρὸς ὑμᾶς προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ γραμματεῖς, καὶ ἐξ αὐτῶν ἀποκτενεῖτε καὶ σταυρώσετε, καὶ ἐξ αὐτῶν μαστιγώσετε ἐν ταῖς συναγωγαῖς ὑμῶν καὶ διώξετε ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν, 35 ὅπως ἔλθῃ ἐφ’ ὑμᾶς πᾶν αἷμα δίκαιον ἐκχυνόμενον ἐπὶ τῆς γῆς ἀπὸ τοῦ αἵματος Ἄβελ τοῦ δικαίου ἕως τοῦ αἵματος Ζαχαρίου υἱοῦ Βαραχίου, ὃν ἐφονεύσατε μεταξὺ τοῦ ναοῦ καὶ τοῦ θυσιαστηρίου. 36 ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἥξει ταῦτα πάντα ἐπὶ τὴν γενεὰν ταύτην.
37 Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν! ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ὄρνις ἐπισυνάγει τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε. 38 ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος. 39 λέγω γὰρ ὑμῖν, οὐ μή με ἴδητε ἀπ’ ἄρτι ἕως ἂν εἴπητε, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Προσβλητικά και υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.